Friday, December 31, 2010

We're going nowhere. And we're going there fast!

Σκέψου! Μα μη σκεφτείς.
Ζήσε! Μα μη χαθείς.

Υπάρχουν φορές που αντιλαμβάνεσαι πράγματα, πρόσωπα, καταστάσεις με απεριόριστη αφέλεια. Πέφτεις με τη μία, πως το λένε, ψαρώνεις. Πιστεύεις πραγματικά ότι είναι αλήθεια. "Ρε πούστη όχι, αυτή τη φορά δεν είμαι κορόιδο, αφού το βλέπω, ισχύει-συμβαίνει-γίνεται!" Και αυτό γιατί ο μοναδικός τρόπος να προστατέψεις τον εαυτό σου είναι αυτός. Να πιστέψεις. Τώρα κάπου σε μπέρδεψα έτσι? Περίμενες να πω το αντίθετο. Ήρθε η ώρα όμως να αλλάξεις ξέρεις. Γιατί ακόμα κι αν δεν αλλάξεις εσύ, ο κόσμος γύρω σου αλλάζει. Και γίνεται ακόμη χειρότερος, πιο δύσκολος, πιο περίπλοκος, πιο  (...) . Ετοιμάσου. 

Προσεχώς: Κύκλους κάνει το μυαλό μου.

Wednesday, December 29, 2010

"Success"

I couldn't wait for success so i went ahead without it. All it takes is one decision. Then why is it so hard? Remember: Less is more but not the best you ever had. So now, what happens when you are unwillingly mine? 

The outcome of the war inside my mind will tell, as the heart is a lonely hunter and now i'm yours pray. But, if we are to take off through THAT door i'd like to get to know you more. 

I feel kind of alone, too, but since i am of the belief "try anything at least once", i stay. Not completely somenthing simple, just my indecessiveness. My manic and I. And let the game begin.! Let me see how long you last.  

I will drive to your limit if you show me your end behaviour. This time, i'll reach out and touch faith. Faith that will help us through...

Friday, December 24, 2010

Το Παραμύθι

Τελικά κανένας... Κανένας δεν αξίζει κάτι καλύτερο από αυτό το χαμηλό επίπεδο που υπάρχει σ' αυτόν τον άθλιο κόσμο... Ούτε εγώ η ίδια. 

Όλοι υποκείμενοι στην ανυπαρξία του ίδιου του μηδαμινού εαυτού τους (μας)... Όλοι το θύμα και ο θύτης στην ίδια σκηνή μιας ζωής φτιαγμένης σε φτηνά σκηνικά, από σκισμένα σεντόνια υφασμένα από ίνες - ψυχές τόσο τεντωμένες, στο όριο σκισήματος.

Κινήσεις μεθοδικές, αργές, επαναληπτικές στον ρυθμό ενός βιαστή. Όλα για το καλύτερο ξεπούλημα. Για την υποτιμημένη αξία που θα πιάσει το ίδιο μας το εγώ όταν θα γίνει συνάλλαγμα στο νόμισμα των χρημάτων, της φήμης, της εξουσίας, της καθημερινότητάς μας με άλλα λόγια, ενός γενικού τίποτα. Το σαράκι που νομίζουμε ότι θα φάει τα απομεινάρια της ψυχής μας, όταν εκείνο τελικά προτιμάει να πεθάνει εγωιστικά μόνο του.

Και τι καταλάβαμε? Να κλαίμε χωρίς δάκρυα, να γελάμε χωρίς γέλιο, να τρώμε ότι σαπίζει αν τ' αφήσεις μόνο του για λίγο και να μισούμε ότι πονάει... Την αλήθεια. Τι ζητάμε? 

Αγάπη? Γιατί να πάρουμε αφού δεν την δίνουμε, αφού κανένας δεν δίνει. Είναι ακριβή πέρα από τα δικά μας όρια. Δεν ανταλλάσσεται με την ύλη μας. Ποιος να την δώσει άραγε? Που να βρούμε τους αγγέλους που γι'αυτήν πέθαναν και η σαπίλα  τους μετά καλύφθηκε από τους αποικοδομητές που κυβερνάν τον κόσμο και την σκέψη μας?

Απομεινάρια "ζωής". Τρίμματα μιας σκαλισμένης σε ανθρώπινο σώμα καρδιάς... Αυτό είμαστε και αυτό θα μείνουμε αν δεν αλλάξουμε. Οι άγγελοι θα πληρώνουν τον παράδεισο σε μια πουτάνα ενώ οι άνθρωποι θα κερδίζουν την κόλαση σε μια καθημερινή κλήρωση. Ο κόσμος σαν ένας μεγάλος στολισμένος αλλά άνοστος μπoυφές.

Υπόκωφη σιωπή. Αυτός είναι ο κόσμος μας πλέον από τα μάτια μου και όπως τον είδα μπροστά μου καθώς άκουγα το ομότιτλο τραγούδι των ffc. Σας τον παραδίδω.


Sunday, December 19, 2010

Random... ή και όχι.

Είναι κάτι μέρες... από αυτές τις μέρες που δεν ξέρεις τι θέλεις. Θέλεις να σε πάρει τηλέφωνο να σου πει να βρεθείτε και να πας τρέχοντας?  Θέλεις να βγεις μόνη σου και να κάτσεις να σκεφτείς τι δεν πάει καλά και νιώθεις ότι όλοι και όλα σε πιέζουν και θες να ξεσπάσεις και να φωνάξεις και να κλάψεις και να μην πρέπει να δώσεις λογαριασμό σε κανέναν και για τίποτα που είσαι έτσι? Πόσο δύσκολο είναι (τελικά) να βρεις τις ισορροπίες σου όταν ερωτεύεσαι..? Πώς να μη χάνεις κομμάτια του εαυτού σου όταν το μόνο πράγμα που έχεις στο μυαλό σου είναι εκείνος? Όταν σε ό,τι κάνεις, σε ό,τι σκέφτεσαι έχει την πρώτη θέση? Όταν η διάθεσή σου εξαρτάται από τη δική του? Γιατί όταν εκείνος δε νιώθει όπως εσύ τότε μάλλον είσαι τελείως μόνη σε όλο αυτό. Και ή θα μείνεις να το παλέψεις όσο αντέξεις ή θα φύγεις. Και αυτή η φορά θα είναι η τελευταία.

Wednesday, May 26, 2010

το Μπουρδέλο Μέσα Μου... (λέγε με και ερωτική κοινωνία 21ου αι.)

Άνθρωποι δίχως συναίσθημα... 
Nομίζουν πως αγαπούν,
μα θαυμάζουν τον εαυτό τους 
μέσα από άλλων ανθρώπων τα μάτια. 
Δεν αγαπάνε, μα ασύδοτα διψάνε να αγαπηθούν....

Δεν είναι κανείς εδώ να με φιλοξενήσει μοναχά για μια νύχτα.
Τη λίπιντο του κάθε έκφυλου να προσπεράσω...

«Έκφυλη πουτάνα» , λέω στον εαυτό μου
«Λευκό Χάσμα,
…κάτι ανάμεσα σε ζώο και άνθρωπο»

Κορμιά μαζεμένα ,
τρέμουν
πραγματοποιώντας τη τυφλή φαντασία τους.
Ένα φτηνιάρικο όργιο ,
κλέβοντας παραστάσεις αρχαίων ελλήνων ,
μονάχα ερεθισμένα αιδοία και πέη.
Σκληρά πέη νομίζουν
πως ένα καλό γαμήσι θα τους φτάσει σε οργασμό...
Τους λείπει ο αισθησιασμός και η ποιητικότητα του έρωτα.
Σουρεάλ πόρνο εικόνες,
δίχως ρομαντισμό.
Χυδαία λόγια ,
ψεύτικοι οργασμοί.
Χάθηκε η μοναδικότητα της απόλαυσης.
Όλοι μαζί.
Γυμνοί άντρες γυναίκες ,
Κανείς τους ξεχωριστά.
Κανείς με κανέναν.

Η υπέροχη στύση τους με θλίβει...

Σα να χάνεται για λίγα δευτερόλεπτα το κοινό.

Δεν ξέρω για ποιον χειροκροτάνε
και πως είναι δυνατόν,
εγώ να έχω αυτόν το ρόλο;

Χάδια δίχως καμιά προστασία

Είναι τα ήρεμα θηρία που τρώνε τη πόλη μας.
Προτιμάς να γεμίσεις το κεφάλι σου με τις εικόνες 
ενώ θα κάθεσαι αναπαυτικά στη θέση σου γελώντας...

Α δε σου είπα...
Η πρόσκληση έλεγε οτι στην παράσταση συμμετέχουν και οι θεατές... εν τέλει! 


Παρακαλώ μη με λογοκρίνετε για τις λέξεις που χρησιμοποίησα,
η πραγματικότητα είναι ακόμη πιο χυδαία...

Saturday, May 22, 2010

Love..?

Ήταν που λέτε μια φορά ένα σκιουράκι. Ούτε όμορφο, ούτε άσχημο. Ούτε έξυπνο, ούτε κουτό. Ένα συνηθισμένο σκιουράκι ήτανε, που θα 'μοιαζε μ' όλα τα' άλλα, αν δεν είχε μια παράξενη συνήθεια. Μόλις σουρούπωνε, το 'σκαγε απ΄ τη φωλιά του και πήγαινε και στηνότανε στην άκρη του δάσους, δίπλα στο ποτάμι, καρτερώντας τα ζώα που πήγαιναν να πιουν νερό...
Περνούσαν λέαινες, ζαρκάδια κι αρκούδες και λαγοί κι ασβοί και βατραχάκια... Το σκιουράκι ένιωθε πως με όλα έμοιαζε λιγάκι, πως όλα τους είχανε κάτι όμορφο, κάτι ξεχωριστό. Έτσι, τα σταματούσε όλα, τα κοίταζε στα μάτια και τα ρωτούσε:

- Μπορείς να μ' αγαπάς;

Τα πιο πολλά γελούσαν. Αλλα δεν έμπαιναν στον κόπο να απαντήσουν. Και άλλα του έλεγαν: Δεν έχω χρόνο - ή δεν ξέρω τι είναι ν' αγαπάς... Κι αυτό γινόταν κάθε σούρουπο κι έτσι είχαν τα πράγματα, ώσπου μια μέρα, το σκιουράκι ξαναρώτησε κι ένας ασβός του χαμογέλασε και του είπε:

- Μπορώ. Έλα να αγαπηθούμε.

- Μπορείς; Πόσο χαίρομαι! Πες μου, όμως, τι πά' να πει ν' αγαπηθούμε;

- Λοιπόν, το πιο σπουδαίο είναι να μη βιαστείς να καταλάβεις. Και τώρα άκου: Ν' αγαπηθούμε, πρώτα-πρώτα πά' να πει να κοιταζόμαστε στα μάτια.

Κι έτσι κοιταζόταν στα μάτια για μερόνυχτα...

- Τώρα αγαπιόμαστε;

- Όχι βέβαια. Αλίμονο αν ήταν τόσο απλό.
Ν' αγαπηθούμε πά' να πει να φτιάξουμε κάτι μαζί.

Κι έφτιαξαν πράγματα μαζί. Κι ήταν τόσο χαρούμενα!...

- Τι ωραίο να σ' αγαπάω! Τώρα δεν αγαπιόμαστε;

- Όχι ακόμα. Γιατί ν' αγαπηθούμε πά' να πει και να 'χουμε κάτι ο ένας απ' τον άλλον. Δώσ' μου λίγο απ' το καστανόμαυρο τρίχωμά σου κι εγώ θα σου δώσω απ΄ το κίτρινο των ματιών μου.

Κι έκαναν έτσι...
Το σκιουράκι καθρεφτίστηκε στα μάτια του ασβού και καμάρωσε την κίτρινη λάμψη τους στα δικά του μάτια. Κι ύστερα του χάρισε το πιο γλυκό καστανόμαυρο τρίχωμα που είχε στην πλάτη του.

- Τώρα αγαπιόμαστε;

- Όχι, όχι ακόμα. Μας μένει το πιο δύσκολο. Πρέπει να αγκαλιαστούμε σφιχτά, πολύ σφιχτά, και να τρέξουμε στον ήλιο, καβαλώντας μιαν αχτίδα από φως. Έλα, με το ένα, με το δύο, με το τρία, να προλάβουμε αυτήν εκεί την αχτίδα.

- Ένα, δύο, τρία, εεεεεεεεεεεεεε... ωπ!

- Τώρα αγαπιόμαστε;

- Τώρα.

Και που λέτε, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, κάπως έτσι έγινε κι έτρεχαν για τον ήλιο. Κι άρχισε να πέφτει βροχή, γλυκιά σα μέλι. Ήταν τα δάκρυα της χαράς τους, που απ' την τεράστια ταχύτητα - που ζάλισε όλα τα πουλιά κι όλα τ' αστέρια - έγιναν ένα... Κι ύστερα βγήκε ένα ουράνιο τόξο τόσο λαμπερό, που όλοι στη γη βάλανε το χέρι πάνω από τα μάτια να μην τυφλωθούνε, κι αναρωτιόντουσαν τι είχε συμβεί πάνω απ' τα σύννεφα...
Και πέρασε καιρός. Να 'τανε χρόνια, να 'τανε ένα λεπτό μονάχα, κανένας δε θα μπορούσε να μας πει, γιατί ο χρόνος ήταν άχρονος, μέχρι που ο ασβός ψιθύρισε:

- Κουράστηκα. Μη σου κακοφανεί. Μπορεί και να ζαλίστηκα απ' το τρέξιμο.Θα 'θελα να γυρίσω πίσω.

- Κουράστηκες; Όμως, δεν τρέχουμε πατώντας στο χώμα. Είναι το φως που μας κουβαλάει. Δεν είναι κουραστικό.

- Για μένα είναι. Έπειτα το 'χω ξανακάνει. Λίγοι το αντέχουν δεύτερη φορά. Είν' επικίνδυνο. Γυρίζω πίσω...

Αυτά είπε. Και με μεγάλη ευκολία, πήδηξε σ' ένα μετεωρίτη που κατέβαινε στη γη και χάθηκε...

- Μη φεύγεις, φώναξε το σκιουράκι. Φοβάμαι πως δε θα μπορέσω ποτέ πια να σταματήσω, κι είν' αστείο να τρέχω μόνος μου στον ουρανό...

Όμως, τη φωνή του την άκουσε μονάχα το σκοτάδι, κι ίσως - δε σας τ' ορκίζομαι - το φεγγαράκι που πρόβαλε πίσω από ένα σύννεφο δειλά.

- Εεεεεεε... ωωωωωωωωωω... Είναι κανείς εδώ; Δεν έχει νόημα πια να πάω στον ήλιο. Ποιος θα μπορούσε να μου πει πώς θα ξαναγυρίσω πίσω;

Αλλά το σύμπαν εκείνη τη στιγμή ήτανε άδειο, κι έτσι δεν του απάντησε κανένας.

- Μου φαίνεται πως τώρα τρέχω πιο γρήγορα από πρώτα.
Κι άρχισα να κρυώνω. Κι αν τρέχω έτσι μόνο μου για πάντα; Εεεεεεε... ωωωωωωωωω... Βοήθεια! Δεν είναι κανείς εδώ;

Τότε, μια μικρή φωνούλα έφτασε στ' αφτιά του,
τόσο γλυκιά και σιγανή σα να 'βγαινε από μέσα του.

- Ψιτ, ψιτ! Σκιουράκι!

- Μου μίλησε κανείς; Τίποτε δεν βλέπω.

- Ψιτ, εδώ δίπλα στην κοιλιά σου. Είμαι η ηλιαχτίδα που σε κουβάλησε μαζί με τον ασβό βόλτα στον Γαλαξία.
Ακόμα πάνω μου τρέχεις. Ακου. Μόνο εγώ μπορώ να σε γυρίσω πίσω. Πρώτα θα μπούμε σε τροχιά γύρω από τη γη, ύστερα σιγά-σιγά θα κατέβουμε. Μόνο που 'χω τρέξει άπειρα χιλιόμετρα κι η ενέργειά μου έχει σχεδόν εξαντληθεί. Για να γυρίσουμε πρέπει να θυσιάσεις κάτι από σένα, να το καίω, να γεμίζω τις μπαταρίες μου, να προχωράμε...

- Ότι πεις. Τι θες να θυσιάσω;

- Ξέρω κι εγώ;... Το τρίχωμά σου, τις πατούσες σου,
ένα κομμάτι από την καρδιά σου...

- Το τρίχωμά μου, οι πατούσες μου, δικά σου. Μόνο που καρδιά δεν έχω πια. Την πήρε ο ασβός μαζί του. Κι αυτό δεν αλλάζει...

- Εντάξει, παίρνω τις πατούσες σου. Ελπίζω να μας φτάσουν. Καίω την πρώτη... Μην πονάς πολύ. Μην κλαις, δεν το αντέχω. Ησύχασε. Κρατήσου τώρα. Αλλάζουμε πορεία.

Κι έτσι μπήκανε σε τροχιά... Το σκιουράκι μ' ένα πόδι,
κοίταζε τη γη - τόσο μικρούλα - κι όμως του φαινότανε
πως διέκρινε στο δάσος τον ασβό του.

Κι ήταν το κέντρο της γης ο ασβός γι' αυτό. Μόνο εκείνος μέτραγε εκεί κάτω. Τίποτ' άλλο.

- Παράξενο να μπαίνεις σε τροχιά. Το κέντρο της ζωής σου είν' αυτό το κάτι που τρέχεις γύρω του. Κι όμως είν' άσκοπο να τρέχεις, γιατί δεν μπορείς να το φτάσεις,
ούτε και να ξεφύγεις απ' αυτό...

- Σσσσσσστ! Μη μιλάς, δάγκωσε τα χείλη, είπε η λιαχτίδα.
Καίω τη δεύτερη πατούσα. Καταβαίνουμε...

Κι αρχίσανε να κατεβαίνουν κάνοντας τούμπες στον αέρα,μέσα σε ρεύματα τόσο τρελά, που όλα δείχνουν πως δίχως άλλο θα γκρεμοτσακιστούνε. Το σκιουράκι δίχως πόδια, κι η γη να μεγαλώνει, να μεγαλώνει, το δάσος να φαίνεται πια καθαρά, τα δένδρα, τα πουλάκια, το ποτάμι και ξαφνικά... Πλατς!... Και μετά τίποτα...
Όταν το σκιουράκι, ύστερα από ώρα, άρχισε να συνέρχεται, πόναγε σ' όλο του το κορμί. Όμως κατάλαβε πως κάποιος ήταν κοντά του και του έβαζε οινόπνευμα κι ύστερα φυσούσε τις πληγές για να μην τσούζει, και του 'βαζε κομπρέσες κι επιδέσμους και το χάιδευε...

- Ο ασβός μου, σκέφτηκε κι άνοιξε τα μάτια.

Όμως, είδε να σκύβει πάνω του ένας κάστορας. Ήταν ένας μικρόσωμος κανελής κάστορας μ' αστεία μουσούδα, που όμως το βλέμμα του ήταν τόσο φωτεινό, που σαν σε κοιτούσε νόμιζες πως λαμπύριζαν πυγολαμπίδες στη ματιά του. Κι είχε ένα χαμόγελο τόσο, μα τόσο τρυφερό, που το σκιουράκι ούτε να δακρύσει από ευγνωμοσύνη δεν μπορούσε. Κοιταζόταν σιωπηλά ώρα πολλή. Ύστερα, ο κάστορας ρώτησε κάτι που το σκιουράκι άπειρες φορές είχε ρωτήσει πιο παλιά, όταν ήταν ανυποψίαστο για όλα...

- Μπορείς να μ' αγαπάς;

Το σκιουράκι αναστέναξε, χωρίς καθόλου λύπη.

- Φοβάμαι πως δεν μπορώ.Δεν έχω πια καρδιά για ν' αγαπήσω...

- Δεν πειράζει. Αν το θες, θα σου δώσω ένα κομμάτι απ'τη δικιά μου.

- Όμως ν' αγαπηθούμε πά'να πει να τρέχουμε μαζί - κι εγώ δεν έχω πόδια.

- Να τρέχουμε, έτσι άσκοπα, γιατί; Ν' αγαπηθούμε πά' να πει να κάνουμε μαζί ένα δρόμο, όπως μπορούμε. Το πιο σπουδαίο είναι να 'μαστε οι δυο μας, και όχι πόσο γρήγορα θα τρέχουμε, ούτε που θα πάμε... Μικρό μου σκιουράκι, αν μπορείς να μ'αγαπάς, θα σου φτιάξω ξυλοποδαρα από αγριοτριανταφυλλιά. Κι αν δε θες, θα σε μάθω να περπατάς με τα χέρια. Κι αν κουραστείς, θα σε πάρω αγκαλιά και θα 'ναι πιο όμορφα, γιατί θ' ακούω την ανάσα σου κι η μυρωδιά σου θα μπει μέσα στο πετσί μου
και δε θα ξέρουμε αν είσαι εσύ ή εγώ, εγώ ή εσύ,
θα 'μαστε εμείς...

Τι έγινε μετά, κανείς δεν έμαθε στα σίγουρα - κι εγώ που να το ξέρω; Λένε πως τους είδανε να φεύγουνε για την Ανατολή, περπατώντας με τα χέρια, και να γελάνε, να γελάνε... Ο απόηχος απ' το γέλιο τους ξέμεινε στα φυλλώματα των δένδρων - λένε... Πάντως, ποτέ - μα ποτέ - κανείς πια δεν τους ξανάδε...

Tuesday, March 23, 2010

Terrible Person

petame

Να βασιστώ πάνω σου;
Γίνομαι αντικείμενο να με πετάξεις. Πέτα με.
Αν πέσω θα με πιάσεις;
Είμαι ένα και σε σκέφτομαι, είμαστε δύο και συγκρουόμαστε. Πετάμε.
Πέφτω, με κρατάς;
Μ'ακούς; σου ψιθυρίζω μα δεν μ'ακούς.
Θα κάνεις ό,τι πω.
Θα σκεφτείς ό,τι θέλω.

Petame. Πετάμε ή Πέτα Με... Εσύ πώς το μεταφράζεις?

Friday, January 29, 2010

The "Game"

Γυρνάω που λες σήμερα το βράδυ σπίτι μου απ'τη βιβλιοθήκη, ως συνήθως τα ακουστηκά σε ρόλο τοίχους ανάμεσα σε μένα και τον έξω κόσμο. Και βάζω ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια αυτόν τον καιρό (IAMX - Spit It Out  για όποιον ενδιαφέρεται) και το αυτί μου πιάνει τους εξής στίχους:

" 'Cause it breaks my heart,
If we live this way.
I know people need love,
'Cause them people never play the game..."

Και να σου πω ταυτίστηκα πάρα πολύ, ενώ τους ξέρω τους στίχους την συγκεκριμένη στιγμή έδωσα ιδιαίτερη σημασία, γεγονός που πυροδότησε μετά τις σκέψεις μου οι οποίες άρχισαν σαν τρελές να τρέχουν και να προσπαθώ να τισ φτάσω για να τις βάλω σε τάξη. Η αλήθεια έιναι πως και ακόμη και τώρα που γράφω δεν έχω τελειώσει πλήρως το συμμάζεμα. Τέλως πάντων, ήδη έχω ξεφύγει απ'το θέμα οπότε και ζητάω τη συγχώρεσή σου και επιτέλους σταματάω τις μακρυγορίες.. Εντάξει παίρνω ως δεδομένο οτι κατάλαβες τι λέει ο στίχος έτσι...?Πιάνομαι λοιπόν από την τελευταία λέξη, το παιχνίδι. Μεγάλο πράγμα! Ξεκινάμε από μικροί και μεγαλώνουμε μέσα σε αυτό, μόνοι μας ή και με παρέα παίζει σημαντικό ρόλο στην μεταμόρφωσή μας σε ενήλικα άτομα. Και τότε όμως ακόμα υπάρχει και καθορίζει ίσως την πιο σημαντική σχέση ενός ανθρώπου, αυτή με το αντίθετο φύλο. Κι εκεί είναι που θέλω να τελειώσω πλεόν την εισαγωγή και να μπώ στο ψητό: ΤΑ ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΝΕΙ ΣΚΑΤΑ ΜΕ ΤΟ ΕΡΩΤΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ! Ξεκινάω από το δεδομένο: τι σου είναι αρνάκι χωρίς λίπος, τι σου είναι γυναίκα χωρίς πιασίματα, τι σου είναι και ζωή χωρίς αγάπη? ε? ναι ξέρω, μαλακίες θα μου πεις, δεν υπάρχει αγάπη στις μέρες μας. Αγαπητέ μου διαφωνώ καθέτως. Ναι, ο καθένας την αντιλαμβάνεται, την δέχεται, την εκφράζει, την εκμεταλλεύεται, την προφέρει διαφορετικά αλλά το θέμα είναι πως βρίσκεται εκεί. Υπάρχει. Και συνεχίζω.. Το πρόβλημα με δαύτην είναι ότι δεν σου έρχεται απρόσκλητη μία ωραία πρωία να σου χτυπήσει την πόρτα, να σε πάρει απ'το χέρι και να σε πάει στο κρυφό ραντεβού που έχει στήσει μεταξύ εσόυ και του νέου σου έρωτα. (Αν και τώρα που το σκέφτομαι θα ήταν και πολύ γαμάτη φάση αυτή αλλά αγάπη είναι αυτή, ότι γουστάρει κάνει στο κάτω κάτω, γυναίκα δεν είναι? :-P) Πρέπει να την κυνηγήσεις. Για να μήν παρεξηγηθώ, δεν εννοώ να γίνεις καμιά υστέρο και να βλέεις σε όποιον σταθεί μπροστά σου τον Ρωμαίο. Αυτόν δεν θα γίνει σε διαβεβαιώ. Normal πράγματα, προσγειωμένο και με την κατάλληλη δόση ρεαλισμού. Τώρα θα μου πεις "πως να την κηνυγήσω ρε φίλε άμα δεν την βρω πρώτα?" Και εδώ είναι που μπαίνει το παιχνίδι! Τι έγινε ρε παιδιά, που πήγε το φλερτ? Στο περίπτερο να πάρει τσιγάρα και απ'οτι το κόβω θα είναι από τις περιπτώσεις που δεν ξαναγυρνάει ποτέ. Γιατί ρε συ? Από που προέκυψε αυτό? Τι φοβόμαστε πλέον τόσο πολύ που μας κομπλάρει να πλησιάσουμε τον άλλον τόσο πολύ? Δεν φαγκώνει άνθρωπος είναι! Ακούω συνέχεια πάραπονα τύπου "μα που πήγαν όλοι οι άντρες?" Γυναικούλες. Δεν κατάλαβα κυρία μου, εσύ ποδαράκια και μιλιά δεν έχεις να πας να του μιλήσεις? Γιατί πρέπει πάντα να έρχεται αυτός δεν κατάλαβα? "αααα όχι εγω δεν κάνω τέτοια, αν θέλει να με κυνηγήσει αυτός" Ναι οκ, ας μην ισοπεδώσουμε τελέιως την έννοια του "κηνυγού" του άντρα και του "θύματος" της γυναίκας αλλά οι καιροί άλλαξαν πλέον! Δεν είναι ντροπή να δείξεις το ενδιαφέρον σου! Πάρε πρωτοβουλία εσύ, και ο άλλος άνθρωπος είναι ντρέπεται όσο κι εσύ. Όχι σε βλέπω με βλέπεις, καρφωνόμαστε και οι 2 και μετα από μία βδομάδα καθημερινής επανάληψης του ίδιου σκηνικού το μόνο που έχουμε καταγε΄ρει είναι να στραωολαιμίασουμε από το πολυ κοίταγμα και δεν ξέρω ούτε το όνομά σου. Φαίνεται με γουστάρεις. Στο δείχνω μου αρέσεις. Γιατί μένουμε στάσιμοι λοιπόν? Γιατί φοβόμαστε. Και τι ακριβώς είναι αυτό που φοβάσε κι εσύ κι εγώ? Την απόρριψη. Μεγάλη τσούλα αυτή, μας έχει κάνει  να ζηλεύουμε και τον ίσκιο μας, μήπως δείχνει πιο ωραίος απο εμάς. Και εντάξει με το σκηνικό που περιέγραψα είναι φανερό οτι απόρριψη δεν θα υπάρξει -τουλα΄χιστον όχι άμεσα- αφού το ενδιαφέρον είναι εμφανές και αμοιβαίο. Αλλά άντε, πες οτι πας εκεί του μιλας και σου ρίχνει άκυρο. Και? Ξέρω, καταστράφηκες, δεν θα μπορέσεις να ξαναμιλήσεις σε αγόρι ποτέ και η αυτοπεποίθησή σου είναι λιγότερη και από αυτή της Μαρίας της άσχημης. Και αυτή όμως τώρα που το σκέφτομαι αν γνωρίζω καλά γιατί δεν το έβλεπα κιόλας το σιριαλ, τον τύλιξε τον μορφονιό! Αυ΄τη πως το έκανε δηλαδή κι εσύ όχι? Δεν είχε τίποτα να χάσει, να πως το έκανε. Αυτό που πρέπει να κατλάβεις εέιναι ότι κι εσύ δεν έχεις τίποτα απολύτως να χάσεις. Ίσα ίσα που έχεις να κερδίσεις και μία παραπάνω εμπειρία και να πεις "τουλάχιστον εγώ προσπάθησα, άρπαξα την ευκαιρία κι ας μη μου βγήκε όπως το ήθελα τελικά". Γιατί έτσι τουλάχιστον ξέρεις την κατάληξη του πράγματος! Άμα δεν κάνεις την αρχή πως θα μάθεις το τέλος? Και πάλι δεν είναι το τέλος που μετράει αλλά το ενδιάμεσο, τι θα κερδίσεις εσύ από την όλη διαδικασία, και που εδω κολλάει και η αγάπη που έλεγα στην αρχή διότι η αγάπη δεν είναι κεραυνοβόλα που λένε αλλά αναπτύσσεται. Και για να αναπτυχθεί κάτι πρέπει πρώτα να ξεκινήσει από μία αρχή, το ερωτικό παιχνίδι δηλαδή. Γι'αυτό την επόμενη φορά που θα κάτσεις να περιμένεις μήπως σε παρεί τελικά τηλέφωνο, σήκωσε το ακουστηκό και πάρε εσύ. Την επόμενη φορά που θα καρφωθείτε στη βιβλιοθήκη, πάρε τα ποδαράκια σου, βγες από την αίθουσα αναμονής και πανε μίλα.Κι αν φας πόρτα δεν έγινε και τίποτα, στην ουσία αυτός έχασε κιόλας! Ας αφήσουμε λοιπόν όλες τις ανασφάλειες της εποχής κατά μέρος κι ας έχουμε κατά νου ότι το φλερτ δεν είναι τέχνη όπως λένε μερικοί, αλλά μία διαδικασία τόσο απλή και αθώα, όσο το να παέι ένα παιδάκι σε ένα άλλο στο πάρκο και να του πει "γεια, θέλεις να γίνουμε φίλοι?".
Σε όλους όσους διστάζουν και δεν παίρνουν εύκολα ρίσκα, ελπίζω έστω και λίγο να σας έπεισα! Αλλά και σε μένα κάποια έυσημα που μπόρεσα και έπεισα πρώτα τον εαυτό μου για όλα τα πραπάνω! Αφού μπορώ εγώ, μπορεί και το ασχημόπαπο! :P 

Τσίου και Καληνύχτα!

Tuesday, January 26, 2010

Memories

You can just feel the details.
The bits and pieces you never bothered to put into words.
And you can feel these extreme moments, too.
Even if you don't want to.
You put these together and you get the feel of a person.
Enough to know how much you miss them.


Dedicated to the blurry image of...who?