Tuesday, September 27, 2011
Truthfulness
-What? What is that look?
-That look's sad Michael.
-There's nothing going on Joanna. Laura is just someone I work with.
-It's not that I'm blaming you for being attracted to her. She's... attractive. And it's natural to crave newness.
-So what are you blaming me for?
-For going out of your way not to admit it.
-Thought i just did. (...) Oh, no, no, come on Jo, you know what i meant!!
-Of course I know. You always mean exactly what you say. And you just said.
(...)
-(Michael) I'm sorry.
-(Joanna) What for?
-I'm not sure. But I love you.
-I know, but it doesn't change anything at the moment.
So, does it later?
-That look's sad Michael.
-There's nothing going on Joanna. Laura is just someone I work with.
-It's not that I'm blaming you for being attracted to her. She's... attractive. And it's natural to crave newness.
-So what are you blaming me for?
-For going out of your way not to admit it.
-Thought i just did. (...) Oh, no, no, come on Jo, you know what i meant!!
-Of course I know. You always mean exactly what you say. And you just said.
(...)
-(Michael) I'm sorry.
-(Joanna) What for?
-I'm not sure. But I love you.
-I know, but it doesn't change anything at the moment.
So, does it later?
Thursday, September 22, 2011
η Τσίχλα

Το μυαλό του ανθρώπου είναι σαν την τσίχλα. Κολλάει. Έχω έναν φίλο, δηλαδή φίλο μιας φίλης μου, φίλο πάντως, το τονίζω, φίλο, μ'αυτόν μιλάγαμε, μου έκανε ερωτήσεις, σπούδαζε ψυχολογία (για ψυχίατρος θέλει όμως -να ανησυχίσω?) και ενδιαφερόταν για μένα, όχι επαγγελματικώς, προσωπικώς. Επειδή είμαι ωραία και τα λέω ωραία -έτσι θεωρούσε. Μου 'λεγε λοιπόν αυτός, ο ψυχίατρος φίλος, ότι το μυαλό του ανθρώπου κολλάει. Εκεί που κάθεσαι, στα καλά του καθουμένου, κολλάει. Με ό,τι να 'ναι. Με όλα. Άλλος νομίζει ότι το ποτήρι είναι πολύ άκρη στο τραπέζι και θα πέσει και πρέπει να το βάλει πιο μέσα, άλλος πάει για κατούρημα και όταν γυρίζει θεωρεί ότι δεν κατούρησε αρκετά και ξαναπάει και ξαναγυρίζει και ξαναπάει, πάντα ανικανοποίητος, πάντα ελλιπής, άλλος πάει κι αγοράζει 832 τετράδια, έτσι να τα 'χει, όχι να τα γράψει, να τα 'χει, να τα βλέπει, να ξέρει ότι είναι εκεί, κοντά του, ότι υπάρχουν δίπλα του. 832 τετράδια άγραφα. 832 τίποτα.
Όλοι έχουν το κόλλημά τους. Άλλος την πρέζα του, άλλος τις πρωινές καύλες, άλλος τις μεσημεριανές εκπομπές, άλλος το αυτοκίνητό του, άλλος το pc του. Ο καθένας είναι ελεύθερος να διαλέξει κόλλημα. Ποιος είναι όμως πιο κολλημένος? Ο ζάκιας ή η κωλονοικοκυρά που στήνεται από το πρωί στις γυμναστικές και στα βρωμοσκετσάκια για να περάσει το μεσημέρι στις βραζιλιανοαργεντίνικες σαπουνόπερες -πλέον τούρκικες, αλλά για χάρην του παρελθόντος στο οποίο μεγαλώσαμε αγαπάμε βραζιλιάνικες- και να καταλήξει το απόγευμα στα όλο κέφι και γνώσεις τηλεπαιχνίδια κι απο εκεί στις ειδήσεις και τα talk shows με αναλφάβητους πολιτικούς και δήθεν πρόσωπα κάθε ιδιότητας (βλέπε καλλιτέχνες, μάγους, επιστημονες κτλ)? Ποιος είναι πιο λιώμας? Ο πιτσιρικάς που παίρνει ένα τάλιρο φούντα ρεφενέ με άλλους τρεις κολλητούς και το καπνίζουν στην πλατεία γελώντας σαν τους ηλίθιους ή ο κύριος Μαλάκας που καταθέτει απόψεις περί ήθους στις κόρες του και μετά, αφού δείρει τη γυναίκα του, πηγαίνει με τους ίδιας αξίας φίλους του και τις νοικιασμένες γκόμενές τους στα μπουζούκια όπου ξεφτιλίζονται πίνοντας σαμπάνια από ανήλικα γοβάκια? Ποιος βαράει περισσότερες ενέσεις? Ρωτάω! Πρέζα, ουίσκι, τηλεόραση, βυζιά, εξουσία, προαγωγή, σοκολάτες. Όλοι έχουν το κόλλημά τους. Κι ο Γιώργος. Και όλοι. Ε, και μια φίλη μου έχει τις χελώνες. Τις χελώνες? Ναι ρε φίλε, τις χελώνες!
Wednesday, September 7, 2011
What it feels like...
It feels like drowning. A sensory bliss that never really subsides. A yearning to be awake, to live that dream I am in. In shallows of blankets and covers, calmed by the gentle breeze of your breath and caressed by the warmth of your skin. It feels like a distant voice heard in the chambers of my head, of laughter and sighs. Of whirlwinds in my mind. A ray of hope, a sliver of sunshine this rainy day.
It feels like it all makes sense right about now, on the path to the never never land. It is art. it is poetry and most of all it feels like it is true. So much that I can touch it enough to run my hands around its contours, feel it as it burns into my flesh and taste it, in dollops, as it spills onto my senses.
I shed fear and I adorn hope. I walk a path that's painted in hope and i walk with glee. I feel stronger but I feel powerless. Vulnerable to your voice, to your words, to the depths of your mind. It feels like a placebo, when my head's spinning and my body is out of place.
A terrible comfort that makes my guilty for deriving pleasure from. A horrible silence just before it's defeaned by your cheer, your pain, your world. Our world. It feels like looking into the future. It feels like I'm drowning in my sleep, drowning deep in a dream where I'm floating in your heart. It feels pure. It feels nice!
Sunday, September 4, 2011
Σκλάβοι
Τη νύχτα είχα πολύ ταραγμένο ύπνο. Ηλίθια όνειρα. Δεν τα θυμάμαι. Αλλά ήταν ηλίθια. Άσκοπα. Περίεργα. Φασαρία. Θόρυβος. Ποδοβολητά. Ξύπνησα με την κραυγή "Ω, όλοι εσείς, σκλάβοι του φόβου και του πέους, θα πεθάνετε." Δεν την είπα εγώ. Την είπε κάποιος μέσα στον ύπνο μου. Ή όχι? Μπορεί και να κάνω λάθος. Όταν ξύπνησα, ο σκύλος κοιμόταν. Όλοι κοιμόνταν. Ξανακοιμήθηκα με υποψίες. Κατά του εαυτού μου. Και των άλλων. Ο σκύλος πήρε πάσο.
Thursday, September 1, 2011
Ανθρωπόμορφη
Η αθωότητα ισοδυναμεί με χαζομάρα... Ο ρομαντισμός ισοδυναμεί και αυτός με χαζομάρα... H ευγένεια το ίδιο... Η τιμιότητα; Χα! Αυτή κι αν βράζει στο ίδιο καζάνι με τις υπόλοιπες "χαζές" έννοιες! Σαφώς άνθρωποι! Οι καιροί άλλαξαν..ζούμε σε άλλες εποχές, πιο άγριες, πιο βίαιες, πιο απαιτητικές! Ποιός χαζός κάθεται να ασχοληθεί με συναισθήματα και αξιοπρέπεια στις μέρες μας;
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Υπάρχoύν; Αυτά έχουν χαθεί προ πολλού... Αν δεν είσαι αναίσθητος, αν δεν πάτας τον συνάνθρωπό σου,αν δεν χτύπας ανελέητα τον άλλον μέχρι να ματώσει, αν δεν βάζεις τον εαυτό σου πάνω απ'όλα δε λέγεσαι άνθρωπος, λέγεσαι μαλάκας!
Φοβάμαι... Δεν πηγάζει βία απο μέσα μου. Φοβάμαι... Ακόμα δίνομαι. Δεν είμαι καχύποπτη όσο χρειάζεται, η πονηριά μου είναι ανεπαρκής και η πίστη μου μεγαλύτερη και αυτό με κάνει να φοβάμαι ακόμα περισσότερο! Να πω καλημέρα στο δρόμο ή μήπως θα με περάσουν για εξωγήινη και θα με χλευάσουν; Δε ξέρω...
Η αστείρευτη λογική που κυριαρχεί όλο και πιο πολύ γύρω μου, καταπιέζει τον συναισθηματικό μου κόσμο, τον απείλει, τον περιορίζει ασφυκτικά... Μου λεεί να αποκτήσω θράσος, να μη δίνω παραπάνω απο όσα παίρνω και να σταματήσω να συγκινούμαι με την παραμικρή σαχλαμάρα! Α και πάνω απ'ολα... να σταματήσω να πιστεύω πλήρως όσα μου λένε, ειδικά αυτοί που με έχουν πληγώσει γιατί μου λένε σίγουρα ψέμματα και ο άνθρωπος δεν αλλάζει και εγώ θα πληγωθώ ξανά.
Μα τι λέω?... Ξύπνησα! Μόλις ξύπνησα απο έναν φρικιαστικό εφιάλτη παραμένοντας η ίδια "χαζή" στον κόσμο των "έξυπνων" αλλά λίγο παραπάνω ερωτευμένη, ακόμα πιο ντροπαλή και πιο ρομαντική απο χθές! Ας πληγωθώ ξανά... αλλά την δεύτερη ευκαιρία θα την δώσω και ας πάνε όλα στράφι... Θα έχετε δίκιο αλλά εγώ θα έχω νιώσει κάτι παραπάνω από εσάς με την ουρά στα σκέλια, που κάθεστε στο υπόστεγο της σιγουριάς σας!
Ξέρω. Δε συμβαδίζω με την εποχή μου και με τις τάσεις που αυτή επιβάλλει, αλλά βαδίζω στο συναίσθημα βιώνοντας μια άκρατη ελευθερία, μια υπέρμετρη χαρά... νιώθοντας πιο παράλογη απο ποτέ! Και μ'αρέσει.
Tuesday, August 23, 2011
(σαν) Σενάριο από τα χθεσινά
Ένα βράδυ καθόταν ο τάδε σπίτι του και έβλεπε τηλεόραση. Κατά τις 2 το βράδυ τον παίρνει τηλέφωνο ένας φίλος του και αρχίζουν να μιλάνε ποδοσφαιρικά για καμιά ώρα. Κατά τις τρεις χτυπάει κουδούνι, ανοίγει το παλικάρι, μπουκάρει η δικιά του μέσα, ουρλιάζει "Με ποια μιλάς εδώ και τόση ώρα στο τηλέφωνο?", "Με τον Μήτσο", λέει ο καημένος, "ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΗΤΣΟΣ?!", λυσσάει η γκόμενα, του αρπάζει το τηλέφωνο απ'τα χέρια, πατάει ανάκληση, "Ναι, ποιος είναι παρακαλώ?". Λούφαξε κι αυτός, τι να κάνει, δε μίλαγε. Τρελάθηκε η δικιά του. Του κοπάνησε το ακουστηκό στο κεφάλι, φώναζε, έκλαιγε, δερνόταν, ορμούσε. Στο τέλος το παλικάρι που δεν αντιδρούσε σε όλο αυτό, ξαφνικά πήρε φόρα κι άρχισε να σπάει όλο το σπίτι του, μεθοδικά, με σύστημα, απ'το χολ προς την κρεβατοκάμαρα και από το πάτωμα προς το ταβάνι. Όλο. Μετά πήγε και ήπιε ό,τι υπήρχε εύκαιρο. Δε μίλαγε. Η κοπελιά, που είχε λουφάξει σε μια γωνία, σηκώνεται και πάει από πάνω του. Τον χαϊδεύει.
"Ποιο ποτό σου αρέσει?" του λέει.
"Το ουίσκι" της λέει.
"Γιατί?" τον ρωτάει.
"Γιατί σου μοιάζει", της απαντάει.
"Πως?" απορεί.
"Με ζαλίζει" της εξηγεί.
Έτσι ακριβώς.
"Επ, πρόσεχε!" της είπε. "Μία μύγα!"
"Που?!"
"Στο σπαθί σου."
Μία μύγα στο σπαθί της, κατάλαβες? Όλο κάτι τέτοια λέγανε και πέφτανε νοκ άουτ ο ένας με τον άλλο. Γιατί τέτοιοι ήτανε. Νοκ άουτ.
Thursday, August 4, 2011
Φταίμε σου λέω!
Ε δεν μπορεί να φταίμε όλες. Φταίμε δηλαδή, αλλά αλλιώς. Φταίμε επειδή δεν είδαμε καλύτερα πίσω από τα λάθη τους.
Παρ'όλα αυτά, μεταξύ μας, εγώ δεν έχω καταλάβει ακόμα τι γίνεται με δαύτα.
Γιατί δηλαδή ο ίδιος τύπος και η ίδια τύπισσα μπορούν να ξυπνούν αγκαλιά και να γουστάρουν και ταυτόχρονα, οι ίδιοι ακριβώς, να σέρνονται και να βρίζονται και να τα σπάνε και να σφάζονται με το μίσος κανίβαλων που θέλουν να φάνε τα συκώτια τους?
Γιατί κύριε? Δεν κάνω την έξυπνη, κι εγώ τα ίδια έκανα. Και μου άρεσε όταν τα έκανα. Και θα τα ξαναέκανα. Παλιά. Τώρα σκέφτομαι παραπάνω πριν -και αν- τα ξανακάνω. Τουλάχιστον πιέζω τον εαυτό μου προς τα 'κει. Αλλά ήταν ωραία. Υπήρχε πάθος.
Και υπάρχει. Απλά θέλει τον κατάλληλο άνθρωπο για να βγει. Το κλικ.
Αλλά να βγεί, με τον σωστό τρόπο κύριε.
Μάλιστα.
ΤΟ σωστό. Wednesday, August 3, 2011
ου μπλέξεις
-Είδα και την Λ.
έπεσε γέλιο.
-Ωραία ε?
-Καλά ήταν...
-Εγώ στα λεγα γι'αυτό το κορίτσι, αλλά ήσουνα καψούρης και δεν άκουγες.
ενοχλήθηκε.
-Τι δεν άκουγα?
-Πολύ ελεύθερη.
-Τι?
-Ελεύθερη. Σε ενοχλητικό βαθμό πλέον. Είναι φιλεναδάκι μου και τ'αγαπάω, αλλά πάντα μπορούσε.
-Τι μπορούσε?
-Ξέρω γω? Ό,τι να ναι. Να τα μπλέξει με έναν γκουρού και να καπνίζει πούρα χορεύοντας με τα φίδια, να γουστάρει έναν αστροναύτη και να φύγει στο διάστημα, να ερωτευτεί τον Ρονάλντο και να μάθει τρίπλες.
-Μπα. Απ'αυτές ήξερε.
-Βλέπω αγαπητέ μου ότι με τα χρόνια έχουμε γίνει κυνικοί.
-Το είχα πάντα μέσα μου.
-Ε κι αυτή.
τον κοίταξε.
-Ποιά?
-Η Λ. Το είχε μέσα της.
-Το ποιό?
-Το να μην έχει κάποιον στο κεφάλι της μέχρι να βρει κάποιον ίδιο με δαύτην και να είναι και οι δυο ελεύθεροι μέσα στους περιορισμούς τους. Το κουβάλαγε χρόνια. Αυτό ήθελε. Βρήκε το καλό παιδί τον "?" και ησύχασε.
πήγε να τον πάρει από κάτω. ο άλλος το κατάλαβε.
-Μην το παίρνεις προσωπικά. Ο καθένας έχει μέσα του αυτό που πραγματικά γουστάρει. Η Λ. μπορεί να ακολουθούσε σαν σκυλάκι τον γκουρού, τον αστροναύτη, τον Ρονάλντο, εσένα, αλλά τελικά έψαχνε τον "?". Και σ'αυτόν σταμάτησε. Κι εκεί άραξε. Εκεί απ'όπου ξεκίνησε. Τη θυμάσαι όταν τη γνώρισες? Τους τύπους που έκανε παρέα? Τα "καλά παιδιά αλλά λίγο ως πολύ μαλάκες"? Ε, ξέκοψε απ'αυτούς, γνώρισε άλλους, διάφορους και διαφορετικούς, έφτασε στα όρια που είχε βάλει η ίδια στον εαυτό της, είδε ορισμένα από αυτά που ήταν να δει, έκανε ορισμένα από αυτά που ήταν να κάνει, ο κύκλος έκλεισε, πίσω στα δικά μας, "?", ελευθερία, λογική, συναίσθημα, φόβος γιατί πάντα θα βρίσκεται μέσα της και ένα ρίσκο που πάντα θα τον αναιρεί. Και θα δημιουργεί.
σταμάτησε.
-Ή θα καταστρέφει.
-Ναι... Ε και που 'ναι ο μπαμπούλας όταν τον χρειάζεται ρε πούστη?!
είπε, έτσι για να πει κάτι. την απάντηση την ήξερε.
Thursday, June 30, 2011
None of the below makes sense
We’d stay out all night, playing cards, driving cars through windows. We didn’t tell anyone, and then we were gone. We were hurricanes, tornadoes, with names too long to pronounce or even remember. We slept through our best days. We always slept through the day. We rolled the dice and left nothing behind but a mess. We were poets. Let the poets cry themselves to sleep...
Subscribe to:
Posts (Atom)